ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΙΧΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ "Β..."

 

 

Βαγέστισα να τσι γροικώ τσ' αθιβολέ μας πάλι,
να μασε τσιγαρίζουνε στο πήλινο τσικάλι.

Βαθιά σημάδια αφήσανε εις τη καρδιά οι πόνοι,
μ' όσο κι αν τη πληγώσανε το δάκρυ τσαλαφρώνει.

Βάλε με φαμεγιάκι σου να βλέπω τσ' όρνιθές σου,
να μεροξημερώνομαι στς αγκάλες τς εδικές σου.

Βάρκα να γίνομε κι οι δυο με τη καρδία τιμόνι,
και στου ονείρου το νησί να κατοικούμε μόνοι.

Βασιλικέ πλατύφυλλε και μακροκοντυλάτε,
από ‘να μίλι κι από δυο η μυρωδιά γρικάτε.

Βασιλικοί δεν είν' επά μα η μυρωδιά τους βγαίνει,
πρέπει πως την ε-βγάνουνε οι καινουργιοφερμένοι.

Βασιλικοί δεν είν' επά μα η μυρωδιά τους βγαίνει,
φαίνεται θα μυρίζουνε οι καινουργιοφερμένοι.

Βασιλικός θε να γενώ και θα 'ρθω στην αυλή σου,
να κόβγεις να μυρίζεσαι να βάνεις και σταυτί σου.

Βασιλικούς δε γεύτηκες βασάρμους δε ποτίζεις,
γαρύφαλλα δε σε ’λουσαν είντα ‘χεις και μυρίζεις;

Βασιλικούς επότιζα κι ‘λεγα τ’ όνομά σας,
κι εβγήκανε αυτοί σγουροί σα και την αφεδιά σας.

Βασιλικούς στη Κίσσαμο και βιόλες στ' Ακρωτήρι,
ποτίζω και κορφολογώ για μιας φιλιάς χατίρι.

Βάστα καρδιά μ’ αδυνατά μα το κορμί αντέχει,
ως νταγιαντούνε τα βουνά όντε βροντά και βρέχει.

Βαστάτε τη παράδοση μέσα στα δυό σας χέρια,
κι αν χρειγιαστεί να βγάλετε μπιστόλια και μαχαίρια.

Βαστώ το το χατίρι σας στη κεφαλή μου φέσι,
κι όπου κειά πάω και σταθώ προσέχω μη μου πέσει.

Βοριάς παίρνει τα ρούχα μου και νότος τ' άρματά μου,
και 'να αεράκι δροσερό σας φέρνει στην καρδιά μου.

Βορρά και νότο γύρισα ανατολή και δύση,
ετσά παρέα όμορφη δεν έχω συναντήσει.

Βοσκός στ' αόρι θα γενώ τυροκομιά να σιάζω,
και στα σπηλιάργια με τα 'ζα στη ν-τσίκνη ν' αποσκιάζω.

Βοσκός στ' αόρι να 'μουνε, σε σπήλιους να κονεύγω,
με τα πουλιά να τραγουδώ μ' αγρίμια να χορεύγω.

Βραδιάζει και παρακαλώ πότες θα γίνει μέρα,
για να σε ιδούν τα μάθια μου να πάρει ο νους μου αέρα.

Βρέχει ο θεός και βρέχομαι χιονίζει κι όξω στέκω,
δεν το 'χω εγώ πως βρέχομαι μόνο πως δεν σας βλέπω.