ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΙΧΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ "Δ..."

 

 

Δάκρυα βάνω στσι πληγές και πανουργιώ τον πόνο,
γι' αυτό θωρείς κι έχω χαρά όντε θα κλαίω μόνο.

Δε βγαίνομε στη κεφαλή γιατί θα γκρεμιστούμε,
την όρεξή σας είδαμε και σας ευχαριστούμε.

Δε θέλω από τα ρόδα σου γιατί 'χει η ροδαριά μου,
να κόβγω να μυρίζομε να βάνω και στ' αυτιά μου.

Δε θέλω μέσα στη καρδιά να βάλω κι άλλο πόνο,
με τη πληγή που μ’ άνοιξες μ’ αυτή να ζήσω μόνο.

Δε θέλω να με βάλουνε σε τάφο σαν ποθάνω,
γιατ’ αγαπώ τη λευτεριά και κειά κλειστός δεν κάνω.

Δε θέλω ο χρόνος τσι πληγές π' άνοιξες να γιατρέψει,
γιατί 'ναι αιτία και γυρνάς καθημερνώς στη σκέψη.

Δε θέλω πλούσια κι άσκημη μόνο φτωχιά με κάλη,
γιατί ταμπελοχώραφα δεν μπένουν στην αγκάλη.

Δε θέλω την αθιβολή τσ' αγάπης μου τση πρώτης,
γιατί 'τονε τ' ονείρου μου του πιο γλυκού προδότης.

Δε καταλιέται μια φιλιά σα ριζωθεί και δέσει,
ούτ' ο καρπός τση σα γενεί είν' εύκολο να πέσει.

Δε με πειράζει η ζωή πως γκαύγει μάνι - μάνι,
μόνο με γνοιάζει πλια πολύ πού πάει κι είντα κάνει.

Δε παίζω εγώ των αγριμιώ να τα ξεζευγαρώνω,
γιατ' έχω μέσα στη καρδιά και γω τον ίδιο πόνο.

Δε τα γκρεμίζει η θύελλα τα όνειρα που κάνω,
γιατί θεμέλιο το σεβντά εκειά που χτίζω βάνω.

Δε το κουνιούμε από ‘παέ ώστε να ξημερώσει,
κι ο ήλιος ο παντοτινός να βγει να μας σε δώσει.

Δε τσι ζηλεύγω τσ’ ομορφιές γιατί κι αυτές χαλούνε,
μόνο ζηλεύγω τσι φιλιές απού αυτές βαστούνε.

Δέκα ζευγάρια λάστιχα αλλάζω κάθε χρόνο,
γιατί περνώ απ’ το σπίτι τζη με μπαντιλίκια μόνο.

Δεν είδα τον αητό ποτές στον κάμπο να φωλέψει,
δεν είδα και τον μερακλή σε πλούτη να ζηλέψει.

Δεν είν' αγ'απη να αγαπάς παρά να σ' αγαπούνε,
να κάνεις κι αλλονώ καρδιές για σένα να χτυπούνε.

Δεν είν' ο χωρισμός σπαθί κι όμως πληγές ανοίγει,
σαν αγαπιούνται δυο καρδιές κι η μια στα ξένα φύγει.

Δεν είν’ η λεβεντιά κρασί να πιεις να κάμεις κέφι,
είναι ψωμί που από μιτσό τον άνθρωπο τον θρέφει.

Δεν είναι πόνος να πονεί πόνος να θανατώνει,
σαν την αγάπη την κρυφή που δεν ξεφανερώνει.

Δεν έχει γούστο ο γλεντζές δεν έχει νομιστάδα,
σα δε μας πει ο φίλος μας κι αυτός μια μαντινάδα.

Δεν έχεις δίκιο να γελάς όταν εγώ δακρύζω,
γιατί το κάθε δάκρυ μου σε σένα το χαρίζω.

Δεν έχουν άλλο διγαβρέ παρά τσ' αθιβολέ μας,
άπου να φαν' τη γλώσσα ντων κι εγλωσσοφάγανέ μας.

Δεν έχω κάμερες πολλές μουδέ οντά μεγάλο,
μα ‘χω τσ’ αγκάλες μ’ ανοιχτές μέσα να σας σε βάλω.

Δεν ήμουν σε διάθεση ο-για να τραγουδήξω,
μα η καλή παρέα σας με ‘καμε ν’ αρχινίξω.

Δεν θα σου πω καμιά ευχή απλά και από συνήθεια,
κάνουνε έργα κι όχι ευχές όσοι αγαπούν στ' αλήθεια.

Δεν παίζουν ρόλο οι ομορφιές δεν παίζουνε τα πλούτη,
μα παίζουν οι καλές καρδιές στην εποχή ετούτη.

Δεν την αφήνω την πληγή που μ’ άνοιξες να γιάνει,
γιατί ‘ναι το μοναδικό δώρο που μου ‘χεις κάμει.

Δεν τήνε θέλω τη φιλιά με πλούτη και παλάτια,
με φτάνει μια χρυσή καρδιά να 'χει πολλά καράτια.

Δεν το μπορώ βασιλικέ κρυφά να σε ποτίζω,
γιατ' είν' οι μυρωδιές πολλές και δεν τσι νταγιαντίζω.

Δεν τον φοβούμαι τον καιρό περάσει δεν περάσει,
‘πο τση φιλιάς μας το τοιχιό μια πέτρα να χαλάσει.

Δεντρί που σε καμάρωνα καθημερνή και σκόλη,
εδά 'ριξες τσοι κλώνους σου σε ξένο περιβόλι.

Δικάστηκα να σ' αγαπώ έφεση δεν σηκώνει
ο φταίχτης είναι η καρδιά και μάρτυρες οι πόνοι.

Δίκταμο πίν' ο κρητικός κρασί με την μπουκάλα
αγρίμι τρώει και δειπνά και δεν τον πιάνει μπάλα.

Δίπλα θα πάρω τα βουνά τα φίδια να με φάνε,
γιατί τον εβαρέθηκα τον ψεύτη κόσμο να ‘μαι.

Δίχως αέρα το πουλί χωρίς νερό το ψάρι,
δίχως αγάπη δεν περνά και νιά και παλικάρι.

Δίχως αλάτσι το φαί άσκημο κι άνοστο 'ναι,
και δίχως γλέντι η ζωή σωστό μηδενικό 'ναι.

Δίχως παρέα και φιλιές χωρίς νερό κι αέρα,
είντα τη θέλω τη ζωή στο κόσμο κάθε μέρα.

Δοκίμασα να σ' αρνηθώ στο νου να μη σε φέρνω,
κλαίει κι οδύρεται η καρδιά και δε τα καταφέρνω.

Δολάρια τς Αμερικής θα στείλω στον Περαία,
να σε φωτογραφίσουνε πιτήδεια μου παρέα.

Δόξασι λέει ο θεός κάθε φτωχός καημένος,
σκληρός χωρίς αισθήματα είν' ο ντουνιάς πλασμένος.

Δροίκα με όντε σου μιλιώ δούδε μου σημασία,
γιατί έχω ‘γώ τα νεύρα μου κι ο τάφος υγρασία.

Δυό μάτια μου 'δωκ' ο θεός κι απόψε θέλω μόνο,
να μου τα κάμει τέσσερα να σας εκαμαρώνω.

Δυό περιστέρια ήρθανε σ' αυτό το κάλεσμα σου,
και λένε σου χρόνια πολλά κι ότι ποθεί η καρδιά σου.

Δυο φίδια δίδυμα θα βρω παρέα να κάνω,
να πω πως έκαμα φιλιά στον κόσμο τον απάνω.

Δώρο τη δίνει ο Θεός του μερακλή τη χάρη,
γι' αυτό και δεν μπορεί κανείς ποτέ να του την πάρει.